Ένα ξεχωριστό γεύμα – wine tasting – για γενέθλια ορόσημο ενός στενού φίλου με τον οποίο «ταξιδεύουμε» μαζί στον κόσμο του κρασιού για δυο δεκαετίες. Ένα μοναδικό οινικό ταξίδι.
Δεκατρία magnum διαλεγμένα από τον ίδιο με αγάπη, σε άριστη κατάσταση, ανοιγμένα και μεταγγισμένα 2.5 ώρες πριν την συγκέντρωση των καλεσμένων καταναλώθηκαν κατά τη διάρκεια μιας μυσταγωγίας 8 ωρών συνοδευόμενα από το φαγητό ενός αγαπημένου μας εστιατορίου. Τελειώσαμε με δυο Sauternes που επεφύλαξαν και την έκπληξη της βραδιάς.
Αν και ο φίλος σέρβιρε το κάθε κρασί μόνο του (και αρχικά blind) έτσι ώστε να αποθαρρύνει τις συγκρίσεις, δεν μπορώ να αντισταθώ στον πειρασμό να γράψω λίγα λόγια -χωρίς ιδιαίτερες λεπτομέρειες- για περιγράψω αυτό που μου άφησαν στη μνήμη, με κίνδυνο να κατηγορηθώ ως «ιερόσυλος» που ψάχνει ψύλλους στα άχυρα.
Πάμε λοιπόν:
Bordeaux 1982: Chateau Latour vs Chateau Leoville Las Cases
Τεράστιο vintage για το Bordeaux, για μένα ισάξιο του 1961 και των καλύτερων 1959, με μεγαλύτερο βάθος από το 1945 αλλά σίγουρα πιο βραχύβιο.
Το Latour διάφανο, medium bodied με εμφανείς τόνους «σκουριάς» στο περίγραμμά του. Έντονο άρωμα κέδρου και πολύ εκφραστικό με γεύσεις βατόμουρων και καπνού. Απίστευτη ισορροπία στην επίγευση αλλά σίγουρα «ελαφρύτερο» από όσο το θυμάμαι και μάλλον σε φάση πλήρους ωριμότητας. Εγκεφαλικό κρασί, ένα Bordeaux παλαιάς κοπής πολύ διαφορετικό από τα Latour μετά το 2000, αντιπροσωπευτικό των πολύ μεγάλων Pauillac του περασμένου αιώνα.
Το Leoville Las Cases κατάμαυρο, σχεδόν «μουγκό» στη μύτη αφήνει κάποιους αμυδρούς τόνους δέρματος μετά από έντονη ανάδευση. Κοντύτερο finish από το Latour, κυριαρχεί το cassis και μία αμυδρή αίσθηση ψημένου κρέατος. Εξαιρετικό κρασί, ίσως όχι ακόμα στο απόγειο του αλλά αμφιβάλλω αν θα γίνει καλυτερο.
Τα μεγάλα Châteauneuf du Pape: Sanctus Sanctorum 2009 vs Janasse XXL 2007 vs le Secret des Sabon 2007
Η αυτοκρατορία των αισθήσεων. Τρία special cuvee από τους οίκους Clos St Jean, το Janasse και το Sabon. Όλα δυσεύρετα με πιο δύσκολο το Sanctus Sanctorum που είναι διαθέσιμο μόνο σε magnum και περίπου 350 φιάλες το χρόνο (το XXL είναι περίπου 1000 λίτρα το χρόνο και το Sabon ίσως λίγο λιγότερο). Κυριαρχεί το Grenache: 100% το Sanctus, 95% τα άλλα δυο με μικρή ποσότητα κυρίως Mourvèdre. Καλά vintages και τα δύο, αν και το 2009 δεν εχει τη φήμη του 2007. Και το Όσκαρ πάει στο…Sanctus Sanctorum. Ίσως το κρασί της βραδιάς, μία βελούδινη «γροθιά» από γεύσεις και αρώματα: φράουλες, cotton candy, τριαντάφυλλο, μαύρη ζάχαρη με επίγευση που διαρκεί πάνω από ένα λεπτό. Δεν δείχνει βαρύ σε καμμία στιγμή αν και το αλκοόλ πρεπει να είναι τουλάχιστον 15.5%. Καμιά ατέλεια, ισορροπία που θυμίζει Chateau Rayas 1990 η Sine Qua Non Ode to E.
Μετά το Sanctus τα άλλα δύο σχεδόν τέλεια κρασιά φαίνονται «λίγα», με τη μικρή ποσότητα Mourvèdre να τους δίνει μια αγριάδα παλιομοδίτικη, πολύ πιο κοντά σε αυτό που όλοι λέμε Châteauneuf du Pape, πιο ντροπαλό άρωμα και τεράστιο σώμα που δύσκολα κρύβεται. Έχω δοκιμάσει πολλές φορές το Secret des Sabon 2007 από την προσωπική μου συλλογή σε events απέναντι σε πολύ μεγάλα κρασιά τα οποία κέρδισε εύκολα, και αυτό δίνει πρόσθετη αξία στον νικητή Sanctus Sanctorum.
Η χρονιά του αιώνα (κατά τη γνώμη μου) στη Napa: Insignia 1997 vs Shafer Hillside Select 1997
Χρονιά ορόσημο για τα Cabernet της Napa, ισάξια σε φήμη με το 1994 αλλά με κάπως ταχύτερη ωρίμαση κρίνοντας από όλα όσα έχω δοκιμάσει. Σίγουρα πιο «ελιτίστικο» το Shafer, πιο «εμπορικό» το Insignia, 100% Cabernet Sauvignon το Shafer, 83% το Insignia που έχει και περίπου 14% Merlot. Στην όψη το Insignia είναι λίγο σκουριασμένο ενώ το Shafer δείχνει σαν ένα κρασί 10-15 ετών. Έντονο άρωμα Cabernet και στα δύο χωρίς τίποτα να μου δείχνει τη σημαντική διαφορά σύστασης. Μεγάλες διαφορές στο στόμα όμως: Πιο μεγάλο σώμα το Shafer, με δέρμα, φραγκοστάφυλο και βανίλια, πιο αιθέριο το Insignia με μεγαλυτερη γλυκύτητα, δαμάσκηνο και βρεγμένο γρασίδι. Το Insignia 1997 είναι ένα στυλ κρασιού που πλέον δε βγαίνει στην Napa αλλά κερδίζει το Hillside Select 1997 που δείχνει άξιος πρόγονος των καλύτερων για μένα 2002 και 2007 χωρίς να φτάνει στα επίπεδα του τρομερού 1994.
Bordeaux 1990, η μεγάλη χρονιά που ξεχάστηκε: Chateau Latour vs Chateau Clinet
Θυμάμαι το θόρυβο που έκαναν τα Bordeaux 1990 όταν άρχισαν να κυκλοφορούν. «Το νέο 1982» είπαν πολλοί και το κατάλαβα καθώς καμμία από τις τρεις καλούτσικες χρονιές της δεκαετίας (1983, 1986 και 1989) δεν πλησίασε το 1982, και τα 1984 και 1987 ήταν καταστροφικά.
Τελικά η χρονιά ξεχάστηκε και με εξαίρεση το μεγάλο Petrus κανένα 1990 (αν δεν κάνω λάθος) δεν θεωρείται πια θρύλος. Το Clinet ήρθε πρώτο και ήταν εύκολο να το καταλάβει κανείς: η μυρωδιά του χώματος μετά τη βροχή και η ανεπαίσθητη οσμή κοπριάς προδίδουν ένα μεγάλο Merlot από το Pomerol και το εξαίσιο άρωμα φράουλας είναι το συνθηματικό για το πιο σέξυ κρασί του Pomerol. Μέτριο σώμα, σε πλήρη ωριμότητα, χωρίς τη τέλεια ισορροπία του 1989, προσφέρει μεγάλη ικανοποίηση τώρα και κάνει τη ζωή δύσκολη στο Latour, το οποίο όμως μας εξέπληξε. Είχα την τύχη να δοκιμάσω το 1990 πολλές φορές και είναι μία χρονιά που είχε προβλήματα στην εμφιάλωση με αρκετές φιάλες να έχουν πρόβλημα με brettanomyces με αποτέλεσμα το κρασί να έχει μία μεταλλική γεύση που το καθιστά ακατάλληλο. Το magnum που άνοιξε ο φίλος μας ήταν το καλύτερο μπουκάλι Latour 1990 που έχω δοκιμάσει. Βαθύ κόκκινο με μεγαλύτερο σώμα από το 1982, άρωμα που θυμίζει το άνοιγμα ενός humidor, γεύση που θυμίζει τάρτα με φρούτα του δάσους και τελείωμα που πλησίαζε το ένα λεπτό. Κέρδισε εύκολα το Clinet αλλά για μένα έδειξε και καλύτερο του 1982, για πρώτη φορά στα χρόνια που δοκιμάζω το μεγάλο αυτό κρασί.
Το άγνωστο First Growth της Νοτίου Αφρικής: 4G Private Preview 2009
Το 4G είναι μια απόπειρα να δημιουργηθεί ένα πραγματικό First Growth του «Νέου Κόσμου» , ένα νέο Penfolds Grange. Μείγμα Cabernet Sauvignon και Syrah (συνολικά 80%) με Merlot και Petit Verdot,ετικέτες έργα τέχνης, παραγωγή κάτω από 5000 φιάλες το χρόνο και τιμές ανάλογες της φιλοδοξίας.
Η πρώτη επίσημη σοδειά ήταν το 2010 αλλά το κρασί του 2009 προσφέρθηκε σε Private Preview χωρίς όνομα και ο φίλος μου είχε ένα στη συλλογή του. Μεγάλη έκπληξη της βραδιάς, πολλοί νόμισαν ότι πίνουν ένα Cheval Blanc 2005 μέχρι να διαπιστώσουν ότι η γλυκιά «επίθεση» στον ουρανίσκο και τα φρούτα του δάσους στην επίγευση δείχνουν κρασί που δεν παράγεται στη Γαλλία, η πρώτη ύλη έχει δει σίγουρα περισσότερο ήλιο και σίγουρα δεν είναι αποκλειστικά Bordeaux Blend. Θαυμάσιο κρασί με ωραία ισορροπία, πολύ διαφορετικό από επόμενες χρονιές του 4G όπως το Venetia’s Heart η το 67 Imizuzu (κάθε χρονιά έχει άλλο όνομα όπως το Sine Qua Non) που για μένα μιμούνται τα Καλιφορνέζικα κρασιά χάνοντας λίγη από την ομορφιά του terroir τους.
Θαύμα της φύσης η αριστούργημα οινοποιίας; Chateau Faugeres “Peby” 2005
Νομίζω ότι το Peby μπήκε στη σειρά για να κοντράρει (και να διαλύσει ίσως) το 4G. Ένα κρασί που απέκτησε φίλους την τελευταία εικοσαετία και αφού ο Parker το βαθμολόγησε το 2005 με 100 πόντους, μια παραγωγή ανεπανάληπτο «ατύχημα», όπως το Sassicaia 1985 ή το Beausejour Duffau Lagarosse 1990. Σκούρο κόκκινο, σχεδόν μαύρο, χρειάστηκε πέντε ώρες για να αρχίσει να δείχνει αυτούς τους τόνους κερασιών, βατόμουρου και λεβάντας που θυμόμουν πίνοντάς το από κανονικές φιάλες. Ίσως το μοναδικό Bordeaux που όποιος δοκιμάσει blind θα το περάσει για Καλιφορνέζικο και αυτός είναι και ο λόγος που πολλοί Γαλλόφιλοι το σνομπάρουν. Ένα κρασί που προσφέρει μεγάλη ικανοποίηση αλλά όχι σήμερα, καθώς μας έδειξε ότι αν έχουμε magnum και όχι κανονικές φιάλες πρέπει να περιμένουμε λίγο ακόμα.
Ένα χρόνο μετά το θαύμα της φύσης: Heitz Cellars Martha’s Vineyard 1975
Ένα χρόνο μετά το θρυλικό 1974, ίσως ένα από τα σημαντικότερα κρασιά στην Αμερικανική ιστορία, το 1975 είναι ένα καλοφτιαγμένο Cabernet Sauvignon που ίσως έχει δει καλύτερες μέρες. Το κρασί είχε μία μυρωδιά βρεγμένου χαρτονιού που δεν κατάφερε να αποτινάξει ακόμα και μετα από αερισμό 8 ωρών. Έλειπε το έντονο άρωμα ευκαλύπτου, τόσο χαρακτηριστικό του 1974 και δεν εντυπωσίασε αν και έδειξε αυτό που είναι: ένα σοβαρό Cabernet Sauvignon με έντονο μολύβι, δέρμα και καπνό που αν και έχει τη «σπονδυλική στήλη» να σταθεί για αρκετά χρόνια ακόμα, υπολείπεται σε φρούτο των άλλων μεγάλων Bordeaux τής βραδιάς. Ενδιαφέρον, αλλά όχι αξιομνημόνευτο.
Το άσχετο: Mouton Rothschild 1996
Αυτό δεν το κατάλαβε κανείς. Ένα κρασί που δεν «κόλλησε» με το lineup, όπως και το Heitz αν και εντυπωσίασε γι’ αυτό που έδειξε: ένα υπέροχο Mouton, με μέτριο σώμα, διάφανο και λαμπερό, με πολύ τριαντάφυλλο, δαμάσκηνο και καπνό, εξαίσια ισορροπία και δεκαετίες μπροστά του αν και είναι έτοιμο τώρα. Δεν έχει το βάθος του 1982 ούτε την σπονδυλική στήλη του 1986, αλλά νομίζω είναι καλύτερο από το 1995 πού ήπιαμε πριν μερικούς μήνες στην Αθήνα. Η σύγκριση 1995-1996 στην αριστερή πλευρά του Bordeaux συνεχώς μου επιβεβαιώνει ότι προτιμώ το 1996.
Άλλος είχε το όνομα και άλλος τη χάρη: Chateau d’ Yquem 1975 vs Chateau d’Arche Crème de Tête
Τέλος γεύματος με μια θαυμάσια crème Brûlée και δυο κρασιά Sauternes που θύμισαν σε όλους ότι πάντα πρέπει να δοκιμάζουμε πριν κρίνουμε.
Πρώτο ήρθε το Yquem, ίσως το πιο φημισμένο γλυκό κρασί στον κόσμο από μία χρονιά που έχει αποσπάσει πάμπολλες θριαμβευτικές κριτικές από κριτικούς κρασιού. Σκούρο μελί, μοιάζει με ρούμι αλλά δεν αφήνει καμμία αμφιβολία με το άρωμά του που μου θυμίζει σταφιδόψωμο. Μέτρια γλυκύτητα και καλή οξύτητα για τόσο παλιό Sauternes, βούτυρο και βερύκοκο, ένα κρασί που θα προτιμούσα να έπινα μόνο του, καθώς είναι δύσκολο να το συνδυάσεις ακόμα και με τις γεύσεις γλυκών η φουά γκρα που συνήθως το συνοδεύουν.
Το d’Arche μάς άφησε άφωνους. Οι περισσότεροι πιστέψαμε ότι ο μόνος λόγος για τον οποίο εμφανίστηκε στο τραπέζι είναι ότι προέρχεται από το έτος γέννησης του οικοδεσπότη. Μέτρια χρονιά για το Sauternes σε αντίθεση με τα ξηρά κόκκινα του υπόλοιπου Bordeaux που είναι θρύλοι αλλά και μάλλον σε φάση παρακμής πια.
Το κρασί σκούρο σαν λιωμένη καραμέλα αλλά λαμπερό, ίσως στο απόγειο της δόξας του πριν αρχίσει να μοιάζει σαν ένα Pedro Ximenez sherry. Πιο ντροπαλό άρωμα αλλά εκρηκτικό στη γεύση, μία υγρή έκδοση της Crème Brûlée που τρώγαμε με έντονη αίσθηση καμένης ζάχαρης, Αγγλικού custard και αποξηραμένου σύκου. Τρανή απόδειξη ότι πίνοντας με βάση την ετικέτα και τη χρονιά μπορεί να μην παίρνουμε ρίσκο αλλά χάνουμε την ευκαιρία να δοκιμάσουμε πραγματικά θαύματα της οινοποιίας και μνήμες που μένουν για πάντα.